To εφιαλτικό σενάριο αύξησης του γενικού ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης στην Ελλάδα, στα 72, «φωτογραφίζει η αναλογιστική μελέτη που συνοδεύει την ασφαλιστική μεταρρύθμιση. Η αρχή μάλιστα θα γίνει εντός της επόμενης 5ετίας, με το όριο να αυξάνεται στα 68 έτη, μέσα στο 2024. Η πρόβλεψη αυτή στηρίζεται στη διάταξη του νόμου Κατρούγκαλου, που δεν καταργήθηκε και προβλέπει ότι τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης των ασφαλισμένων θα ανακαθορίζονται σύμφωνα με τη μεταβολή του προσδόκιμου ζωής του πληθυσμού της χώρας».
Oπως μάλιστα επισημαίνουν οι συντάκτες της μελέτης, σημείο αναφοράς είναι η ηλικία των 65 ετών, σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις της Eurostat. Και η έναρξη της διάταξης, βρίσκει εφαρμογή στις αναλογιστικές προβολές, το έτος 2024. Το επίσης όχι και τόσο μακρινό 2036, το γενικό όριο ηλικίας συνταξιοδότησης θα ανεβεί περαιτέρω, στα 69 έτη, και θα αυξάνεται κατά ένα ακέραιο έτος, το 2045, φθάνοντας τα 70, το 2057 (στα 71) και το 2066 που θα φθάσει τελικά το 72ο έτος ηλικίας των ασφαλισμένων.
Η αύξηση του ποσοστού των ηλικιωμένων ατόμων στο σύνολο του πληθυσμού ως αποτέλεσμα δύο βασικών μεταβλητών, του προσδόκιμου ζωής και του δείκτη γονιμότητας, αναμένεται να φέρει αναπόφευκτα τόσο τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και τη χώρα μας, μέχρι το 2070, αντιμέτωπες με δραματικές εξελίξεις και άμεσες συνέπειες στα ασφαλιστικά τους συστήματα.
Στην ίδια, πρόσφατη αναλογιστική μελέτη, αναφέρεται ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας από 10,729 εκατομμύρια το 2018 μειώνεται σε 8,453 εκατομμύρια το 2070. Επιπλέον, ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων σχεδόν διπλασιάζεται σε 30 χρόνια και συγκεκριμένα αυξάνεται από 34,4 το 2018, σε 63,4 το 2050 και στη συνέχεια μειώνεται σε 58,4 το 2070. Επίσης το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση, για τους άνδρες, αναμένεται να αυξηθεί από 79,0 το 2018 σε 86,3 το 2070 και για τις γυναίκες από 84,1 το 2018 σε 90,1 το 2070.
Το προσδόκιμο ζωής της ηλικίας 65 ετών των ανδρών αναμένεται να αυξηθεί από 18,7 το έτος βάσης σε 23,7 στο τέλος της περιόδου προβολής, ενώ για τις γυναίκες από 21,5, σε 26,4. Το προσδόκιμο ζωής των 65 ετών αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τις αναλογιστικές προβολές, καθώς η νομοθετημένη ηλικία συνταξιοδότησης συνδέεται αυτόματα με το πόσα χρόνια εκτιμάται ότι θα καταβάλλεται η συνταξιοδοτική παροχή.
Τις μεγάλες ανατροπές στο ασφαλιστικό τα αμέσως επόμενα χρόνια, φωτογραφίζει και πρόσφατη μελέτη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης με αιχμή την περαιτέρω αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και το «σφράγισμα» κάθε «παραθύρου» που παραμένει ακόμη ανοικτό και οδηγεί στην πρόωρη έξοδο από την αγορά εργασίας. Μάλιστα, ο ΟΟΣΑ συνιστά να δοθούν στους εργαζομένους κίνητρα ώστε να συνεχίσουν να δουλεύουν ακόμα και μετά τη συμπλήρωση των προβλεπόμενων αυξημένων ορίων ηλικίας.
Ειδικά δε, στη χώρα μας, η γήρανση του πληθυσμού σε συνδυασμό με την έξαρση των ελαστικών μορφών απασχόλησης αποτελούν την ενεργή νάρκη στα θεμέλια του ασφαλιστικού συστήματος, παρότι η ίδια αναλογιστική μελέτη θεωρήθηκε ότι έβαλε τη σφραγίδα της για την επιβεβαίωση της βιωσιμότητάς του.
Η «Κ» έχει παρουσιάσει πρόσφατες μελέτες του ομότιμου καθηγητή του Παντείου Πανεπιστημίου και του αναλογιστή Βασίλη Μπέτση (υποψήφιος διδάκτορας του Παντείου) που δείχνουν τις αδυσώπητες συνέπειες του δημογραφικού προβλήματος, στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Σε μία από αυτές, οι δύο επιστήμονες προσδιόριζαν την επιβάρυνση του ασφαλιστικού εξαιτίας του δημογραφικού στα 50 δισ. μέχρι το 2065, ενώ εκτιμούν ότι οι ετήσιες απώλειες εισφορών λόγω της πλήρους κυριαρχίας των ελαστικών μορφών απασχόλησης φθάνουν τα 2,5 δισ.
Αναλυτικά, εκτιμώντας ότι το προσδόκιμο ζωής θα αυξάνεται μέχρι το 2065 και διατηρώντας τις άλλες οικονομικές και δημογραφικές παραμέτρους σταθερές, υπολόγισαν ότι το σύστημα θα επιβαρυνθεί κατά την περίοδο 2017-2065, μόνο εξαιτίας της αύξησης του προσδόκιμου ζωής, κατά 49,4 δισ. σε παρούσες αξίες. Δηλαδή, η αναλογιστική υποχρέωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης θα αυξηθεί κατά 49,4 δισ. Η συνολική αυτή επιβάρυνση μεταφράζεται σε περίπου 1 έως 1,25 δισ. ευρώ αύξηση των συνταξιοδοτικών δαπανών ανά δεκαετία σε σταθερές τιμές.
Ως εκ τούτου, για τη χρηματοδότηση της επιβάρυνσης του συστήματος, εξαιτίας της αύξησης του προσδόκιμου ζωής, θα πρέπει να βρεθούν επιπλέον πρόσθετοι πόροι ύψους 0,5% του ΑΕΠ (θεωρώντας ότι ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ θα είναι 1,5% για την περίοδο 2017-2065).
Σε διαφορετική περίπτωση, για την αντιστάθμιση του ελλείμματος απαιτούνται εφιαλτικά μέτρα όπως η μείωση των συντάξεων κατά 30%, η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης στα 73 έτη έως το 2060, η αύξηση των εισφορών για την κύρια σύνταξη από 20% που είναι σήμερα σε 27% (δηλαδή αύξηση κατά 35%) και στην επικουρική από 6% σε 8,1%. Το σκηνικό γίνεται ακόμη πιο δυσοίωνο, εάν προστεθούν και οι συνέπειες της επέκτασης των ελαστικών μορφών απασχόλησης στην εγχώρια αγορά εργασίας. Οι κ. Ρομπόλης και Μπέτσης εκτιμούν τις ετήσιες απώλειες που προκαλούν οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης σε ΕΦΚΑ και ΕΤΕΑΕΠ, σε πάνω από 2,5 δισ. ευρώ, ενώ υπογραμμίζουν πως η εξέλιξη των στοιχείων της αγοράς εργασίας δείχνει ότι τα επόμενα χρόνια η εικόνα θα επιδεινωθεί. Το ποσό αυτό μέχρι το έτος 2055 φθάνει τα 65,6 δισ., 48 δισ. από την κύρια σύνταξη και 17,6 δισ. από την επικουρική σύνταξη.
Πηγή: www.kathimerini.gr