Πώς θα επηρεάσει την εγχώρια αγορά του asset management τυχόν επιβολή αρνητικών επιτοκίων στους «πλούσιους» αποταμιευτές. Τα οφέλη για τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες, ΑΕΔΑΚ και εταιρικά ομόλογα. Οι πιθανές παγίδες για τους επενδυτές.
Το επενδυτικό περιβάλλον που θα διαμορφωθεί για τους επενδυτές, στην πολύ πιθανή περίπτωση που οι ελληνικές τράπεζες προχωρήσουν στην επιβολή αρνητικών επιτοκίων σε λογαριασμούς φυσικών προσώπων με μεγάλα υπόλοιπα, εξετάζουν παράγοντες του κλάδου.
Ειδικότερα, το σενάριο των αρνητικών επιτοκίων για τους «πλούσιους» καταθέτες θεωρείται σήμερα πιθανότερο όσο ποτέ, με την αιτιολογία ότι οι τράπεζες επιβαρύνονται με κόστος για τα ποσά που «παρκάρουν» στην ΕΚΤ, αλλά και λόγω της ανάγκης των εγχώριων χρηματοπιστωτικών ομίλων να αυξήσουν τα έσοδά τους από προμήθειες σε μια περίοδο όπου καλούνται να εξυγιάνουν με ταχείς ρυθμούς τους ισολογισμούς τους.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα δηλώνει στο Euro2day.gr διευθύνων σύμβουλος γνωστής ΑΕΔΑΚ:
«Η επιβολή αρνητικών επιτοκίων θα ωφελήσει σίγουρα την εγχώρια αγορά του asset management, αλλά δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε ότι κρύβει και κινδύνους για τους Έλληνες αποταμιευτές. Αν δεχτούμε ότι τα επιτόκια θα αφορούν όσους έχουν π.χ. υπόλοιπα άνω των 100.000 ευρώ, τότε εκτιμάται ότι ένα αξιοσημείωτο τμήμα των κεφαλαίων αυτών θα κατευθυνθεί προς ανταγωνιστικές τοποθετήσεις, όπως τα αμοιβαία κεφάλαια, τα εταιρικά ομόλογα, τα ακίνητα, ή ακόμη και τις μετοχές.
Η τάση αυτή δεν είναι καινούρια. Αντίθετα, έχει ξεκινήσει εδώ και ένα χρόνο, πλην όμως το πέρασμα από τα οριακά θετικά στα αρνητικά επιτόκια, θα μπορούσε να επιδράσει στον ψυχολογικό τομέα και να επιταχύνει τις εκροές αποταμιεύσεων από τις τράπεζες. Κάτι τέτοιο άλλωστε, θα ευνοούσε και τις ίδιες τις τράπεζες οι οποίες σε μια τέτοια περίπτωση θα καρπωθούν προμήθειες από τις συνεργαζόμενες ΑΕΔΑΚ και ασφαλιστικές εταιρείες. Προφανές είναι ότι από αυτή τη διαδικασία, θα ωφεληθούν παράλληλα οι ασφαλιστικές εταιρείες που θα δουν την παραγωγή του κλάδου ζωής να ανεβαίνει, οι ΑΕΔΑΚ, αλλά και οι Εταιρείες Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών».
Σύμφωνα με χρηματιστηριακούς παράγοντες, τα αρνητικά επιτόκια θα μπορούσαν να λειτουργήσουν προς όφελος και της εγχώριας αγοράς εταιρικών ομολόγων του ΧΑ: «Μέσα στους επόμενους μήνες, αναμένονται τουλάχιστον τέσσερις εκδόσεις εταιρικών ομολόγων στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, με ένα αθροιστικό ποσό αρκετών εκατοντάδων εκατ. ευρώ. Προφανώς, θα μπορούσαν να υπάρξουν μεγάλοι αποταμιευτές, οι οποίοι προκειμένου να αποφύγουν τα αρνητικά επιτόκια, θα έστρεφαν ένα τμήμα των χρημάτων τους προς τοποθετήσεις που θα τους απέφεραν κάποια θετική απόδοση, με την προϋπόθεση φυσικά ότι θα πρόκειται για εκδόσεις αξιόπιστων ομίλων».
Αντίθετα, η γενικότερη εκτίμηση είναι πως μέσα από τέτοια εξέλιξη, μικρά θα μπορούσαν να είναι τα οφέλη για την ελληνική αγορά μετοχών. «Οι καταθέτες είναι επενδυτές χαμηλού ρίσκου και δύσκολα θα μπορούσαν να τοποθετήσουν ένα μεγάλο ποσοστό των χρημάτων τους σε τοποθετήσεις υψηλής μεταβλητότητας, όπως οι μετοχές», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, κύκλοι της αγοράς δεν κρύβουν και τους κινδύνους που θα μπορούσαν να προκύψουν για πολλούς αποταμιευτές, στην προσπάθειά τους να αποφύγουν τα αρνητικά επιτόκια των τραπεζών.
«Το πρόβλημα εστιάζεται ότι πολλοί εξ’ αυτών των αποταμιευτών είναι συντηρητικοί επενδυτές, οι οποίοι ωθούμενοι από τα αρνητικά επιτόκια θα σπεύσουν να τοποθετηθούν σε επιλογές μεγαλύτερου ρίσκου, χωρίς μάλιστα να διαθέτουν απαραίτητα και τις απαιτούμενες γνώσεις.
Οι πιθανές παγίδες είναι πολλές. Για παράδειγμα, είναι πολύ διαφορετική η προθεσμιακή κατάθεση σε μια τράπεζα, από ένα μετοχικό Α/Κ ξένων κεφαλαιαγορών, η τιμή του οποίου συχνά ακολουθεί σημαντικές διακυμάνσεις από μήνα σε μήνα. Επίσης είναι αρκετά διαφορετικό πράγμα ένα εταιρικό ομόλογο που επιστρέφει στη λήξη του του το αρχικό κεφάλαιο (συν ενδιάμεσα τους τους τόκους) σε περίπτωση που η εταιρεία αποδειχτεί αξιόπιστη), από τα μερίδια ενός Ομολογιακού Α/Κ, όπου πρόκειται μια επένδυση χωρίς λήξη και χωρίς εγγύηση επιστροφής χρημάτων.
Επιπλέον, οι επενδυτές ενός εταιρικού ομολόγου θα πρέπει να γνωρίζουν το γιατί μια έκδοση προσφέρει υψηλότερη απόδοση (yield) από μια άλλη και να συνυπολογίζουν κάθε φορά παράγοντες όπως το ρίσκο της εταιρείας και η αξιοπιστία των βασικών της μετόχων.
Το μόνο βέβαιο είναι πως μέσα σ’ αυτό το έντονα μεταβαλλόμενο περιβάλλον, οι αποταμιευτές θα χρειαστούν περισσότερο από ποτέ τις υπηρεσίες ενός καλού συμβούλου, καθώς οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν είναι πολλοί» καταλήγουν.
από τον Στέφανο Κοτζαμάνη
Πηγή: euro2day.gr