Του A. Gary Shilling
Το δολάριο έχει κερδίσει περίπου 30% έναντι ενός “καλαθιού” άλλων σημαντικών νομισμάτων από τις αρχές Αυγούστου του 2011, τον μήνα που η Standard&Poor’s στέρησε την πιστοληπτική αξιολόγηση “ΑΑΑ” από τις ΗΠΑ. Βάζοντας στην άκρη τη συζήτηση για το κατά πόσο οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας έχουν πραγματικά σημασία για το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, το ερώτημα προς το παρόν είναι αν το δολάριο μπορεί να συνεχίσει να ενισχύεται. Η απάντηση είναι ένα αδιαμφισβήτητο “ναι”.
Στην πραγματικότητα, το δολάριο μπορεί να έχει μπροστά του μια σειρά ετών σημαντικής ανόδου. Σκεφτείτε ότι το πρόσφατο ράλι του νομίσματος, όπως μετράται από το δείκτη δολαρίου ΗΠΑ, ήρθε μετά από μια βουτιά 52% που ξεκίνησε το Μάρτιο του 1985. Για να το θέσουμε αλλιώς, παραμένει 37% χαμηλότερα από αυτό το υψηλό 33 χρόνια πριν. Πιο θεμελιωδώς, το δολάριο είναι ένα από τα λίγα επενδυτικά καταφύγια σε αυτή τη θάλασσα παγκόσμιας αβεβαιότητας. Αυτό αληθεύει ακόμα και αν οι ΗΠΑ προκαλούν τα προβλήματα.
Ακόμη στην αρχή
Το δολάριο έχει ενισχυθεί κατά 30% από το 2011 σε αυτό που μπορεί να είναι η αρχή μιας πολυετούς ανοδικής πορείας
Ο κόσμος ήταν μια χαρά όταν οι ΗΠΑ απορροφούσαν τα πλεονάζοντα αγαθά του πλανήτη μέσω αμερικανικών εισαγωγών, με περιορισμένη αντίδραση, ειδικά από την Κίνα. Στη συνέχεια, η κυβέρνηση του Trump τάραξε αυτή την ηρεμία ζητώντας μια πιο ευνοϊκή εμπορική συμφωνία με το Μεξικό και τον Καναδά, καθώς και ασκώντας πίεση στην Ευρώπη για να διευκολύνει την είσοδο αμερικανικών προϊόντων. Αλλά αυτό ήταν μόνο ένα ζέσταμα προτού ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επιβάλει δασμούς επί των εισαγωγών κινεζικών προϊόντων, ξεκινώντας έναν εμπορικό πόλεμο ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου.
Τώρα αρχίζουμε να βλέπουμε τις επακόλουθες διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού, δηλαδή τον αγώνα που δίνουν οι αμερικανικές επιχειρήσεις να αντισταθμίσουν τις αυξήσεις των δασμών με μείωση του κόστους, αυξήσεις των τιμών και μετακίνηση σε άλλους προμηθευτές. Εν τω μεταξύ, οι Κινέζοι υποτιμούν το γουάν για να αντισταθμίσουν τους δασμούς, μεταφέροντας την παραγωγή σε μη επηρεαζόμενες χώρες όπως το Βιετνάμ και χαλαρώνοντας τη νομισματική πολιτική. Όλη αυτή η αναταραχή ευνοεί το δολάριο και οι τεράστιες διαφορές μεταξύ των αμερικανικών και κινεζικών πολιτικών υποδηλώνουν ότι αυτός ο εμπορικός πόλεμος θα συνεχιστεί για αρκετό καιρό.
Ο Τραμπ έχει το πάνω χέρι δεδομένου ότι οι ΗΠΑ, ο βασικός αγοραστής σε έναν κόσμο άφθονης προσφοράς, έχουν το πλεονέκτημα έναντι του πωλητή, της Κίνας. Εξάλλου, πού αλλού θα μπορούσε η Κίνα να πουλήσει προϊόντα 534 δισ. δολαρίων που έστειλε στις ΗΠΑ το περασμένο έτος; Οι πρακτικοί Κινέζοι θα εισάγουν χωρίς αμφιβολία περισσότερα προϊόντα των ΗΠΑ, θα ζητήσουν λιγότερη μεταφορά τεχνολογίας, καθώς οι αμερικανικές επιχειρήσεις πληρώνουν για να δραστηριοποιηθούν στην Κίνα και θα κλέβουν λιγότερα εμπορικά μυστικά των ΗΠΑ.
Αυτό θα μειώσει το χρόνιο έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών των ΗΠΑ. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ύψους 500 δισ. δολαρίων είναι ο αριθμός των δολαρίων που διοχετεύουν οι ΗΠΑ σε ξένα χέρια. Περίπου το 87% όλων των παγκόσμιων συναλλαγών περιλαμβάνουν το αμερικανικό δολάριο. Έτσι ένα μικρότερο έλλειμμα θα οδηγήσει σε μια παγκόσμια έλλειψη δολαρίων και τότε θα προκύψει αναμφίβολα μια υψηλότερη αξία για το αμερικανικό νόμισμα.
Στο μεταξύ, η Federal Reserve συρρικνώνει τα περιουσιακά στοιχεία του ισολογισμού της με επιταχυνόμενο ρυθμό. Ένα υποπροϊόν της απόφασης της Fed να μειώσει τα χαρτοφυλάκια των κρατικών ομολόγων και των τίτλων που σχετίζονται με την κυβέρνηση είναι η απορρόφηση δολαρίων από εγχώριους και ξένους επενδυτές που μειώνει περαιτέρω την προσφορά του αμερικανικού νομίσματος.
Η αμερικανική οικονομία αναπτύσσεται ταχύτερα από σχεδόν κάθε άλλη ανεπτυγμένη χώρα, με σωρευτική αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 19,5% από το 2007 έως το δεύτερο τρίμηνο, σε σύγκριση με 9,1% στη ζώνη του ευρώ και 6,5% στην Ιαπωνία. Η Κίνα ξεπέρασε την Ιαπωνία το 2010 για να γίνει η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, αλλά το περασμένο έτος το ΑΕΠ των ΗΠΑ ήταν και πάλι κατά 50% μεγαλύτερο από το κινεζικό. Οι βαθιές και ευρείες χρηματοπιστωτικές αγορές της Αμερικής λειτουργούν επίσης υποστηρικτικά για το δολάριο. Η αθροιστική κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης και του Nasdaq ήταν 32,1 τρισ. δολάρια πέρυσι, έναντι 11 τρισ. δολαρίων στην Ευρωζώνη, 8,7 τρισ. δολαρίων στην Κίνα και 6,2 τρισ. δολαρίων στην Ιαπωνία.
Τα κρατικά ομόλογα, ένας βασικός χώρος αποθήκευσης ξένου χρήματος, είχαν αξία 15,3 τρισ. δολαρίων το 2017, ποσό διπλάσιο σε σχέση με τα 7,6 τρισ. δολάρια της υπερχρεωμένης Ιαπωνίας και τα 6,1 τρισ. δολάρια στην Κίνα.
Είχα αναφέρει ξανά στο παρελθόν ότι η κυρίαρχη θέση του δολαρίου στα παγκόσμια νομίσματα θα πρέπει να παραμείνει άθικτη, επειδή εξακολουθεί να πληροί έξι μακροπρόθεσμα κριτήρια για το κυρίαρχο διεθνές νόμισμα. Τώρα προσθέτω ένα έβδομο κριτήριο: την προθυμία του Trump να επιδείξει την οικονομική και χρηματοοικονομική δύναμη της Αμερικής στην παγκόσμια σκηνή.
Με το δολάριο να ενισχύεται, οι επενδυτές θα πρέπει να αποφεύγουν ή να σορτάρουν τις αναδυόμενες αγορές. Η εξυπηρέτηση των τεράστιων χρεών των χωρών αυτών σε δολάρια κοστίζουν όλο και περισσότερο σε τοπικό νόμισμα. Περισσότερο κοστίζουν και οι εισαγωγές εμπορευμάτων που αποτιμώνται σε δολάρια. Από τα 45 εμπορεύματα που βρίσκονται υπό διαπραγμάτευση σε διεθνές επίπεδο, τα 42 είναι σε δολάρια.
Οι πολυεθνικές εταιρείες των ΗΠΑ πλήττονται επίσης επειδή οι εξαγωγές τους κοστίζουν περισσότερο στο εξωτερικό και τα ξένα κέρδη τους μεταφράζονται σε λιγότερα δολάρια. Επιπλέον, οι ανταγωνιστικές εισαγωγές είναι φθηνότερες για τους Αμερικανούς, εις βάρος της εγχώριας παραγωγής. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι μεταβολές στο δολάριο και στον δείκτη S&P 500 έχουν αντίθετη κατεύθυνση.
Πηγή: capital.gr