Τα μετρητά θεωρούνται συχνά ένα περιουσιακό στοιχείο χωρίς ρίσκο, όμως σε έναν κόσμο αρνητικών πραγματικών επιτοκίων, η UBS τονίζει ότι οι επενδυτές θα πρέπει να επανεξετάσουν το ρόλο των μετρητών στα χαρτοφυλάκιά τους.
1. Είναι τα πολλά μετρητά κάτι αρνητικό;
Με τα σημερινά επιτόκια, όταν κάποιος κρατά περισσότερα μετρητά από αυτά που χρειάζεται, οδεύει με μαθηματική ακρίβεια προς τη μείωση της περιουσίας του. Η UBS παίρνει ως παράδειγμα έναν επενδυτή με χαρτοφυλάκιο 5 εκατ. ελβετικών φράγκων. Ο επενδυτής αυτός πρέπει να κάνει ανάληψη 250.000 φράγκων το χρόνο για να καλύψει τα οικογενειακά του έξοδα, τα οποία αυξάνονται κατά 2% κάθε χρόνο, όσο και ο πληθωρισμός. Εάν διατηρήσει το χαρτοφυλάκιό του σε μετρητά, τότε η αξία του θα έχει πέσει στο μισό σε δέκα χρόνια. Από την άλλη πλευρά, οι μετοχές έχουν 90% πιθανότητα να υπεραποδώσουν έναντι των μετρητών σε ορίζοντα 7ετίας.
2. Πόσα μετρητά χρειαζόμαστε;
Οι επαγγελματίες επενδυτές κρατούν ένα πολύ μικρό μέρος του χαρτοφυλακίου τους σε μετρητά. Τα επτά μεγαλύτερα συνταξιοδοτικά ταμεία του κόσμου διατηρούν μόνο το 4% των κεφαλαίων τους σε μετρητά και το 45% σε μετοχές. Βέβαια, οι ιδιώτες έχουν άλλες ανάγκες και πρέπει να έχουν περισσότερα μετρητά διαθέσιμα. Δημοσκόπηση της UBS έδειξε ότι ο μέσος πελάτης της διατηρεί το 25% του πλούτου του σε μετρητά, ποσοστό που η τράπεζα χαρακτηρίζει ως υψηλότερο από αυτό που χρειάζεται. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της, κάθε έξτρα δολάριο, φράγκο ή ευρώ που επενδύεται σε μετρητά αντί για μετοχές, κοστίζει στον επενδυτή 53 σεντς σε ορίζοντα 10ετίας. Αυτό σημαίνει ότι ένας επενδυτής με χαρτοφυλάκιο 5 εκατ. ελβετικών φράγκων, που χρειάζεται 500.000 φράγκα το χρόνο για τα έξοδά του αλλά διατηρεί 1,5 εκατ. φράγκα σε μετρητά, θα είναι κατά 500.000 φράγκα φτωχότερος στη 10ετία.
3. Πώς πρέπει να επενδύσουμε τα μετρητά;
Ένας επενδυτής πρέπει να χωρίζει τη ρευστότητά του σε τρεις κατηγορίες: Στην πρώτη κατηγορία, έχει τα χρήματα που χρειάζεται για τα καθημερινά έξοδα και τις έκτακτες ανάγκες των επόμενων 6-12 μηνών. Στη δεύτερη κατηγορία έχει τα κεφάλαια που θα χρειαστεί για δαπάνες που θα προκύψουν τα επόμενα δύο χρόνια. Και στην τρίτη κατηγορία έχει τα κεφάλαια που θα χρειαστεί σε διάστημα 2-5 ετών.
Τα χρήματα της πρώτης κατηγορίας θα πρέπει να διατηρούνται σε μετρητά, αλλά οι δύο επόμενες κατηγορίες μπορούν να αξιοποιηθούν αλλιώς.
Οι επενδυτές που είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν περισσότερο ρίσκο, μπορούν να εξασφαλίσουν υψηλότερες αποδόσεις μέσω βραχυπρόθεσμων εταιρικών ομολόγων ή ξένων νομισμάτων και κρατικών ομολόγων, σημειώνει η UBS.
Μακροπρόθεσμα, ο βασικός τρόπος για να επιτύχει κανείς αποδόσεις υψηλότερες του πληθωρισμού είναι οι μετοχές. Η μέση ετήσια απόδοση του MSCI All Country World index από το 1998 έχει υπάρξει 8% (σε δολάρια), κάτι που σημαίνει ότι οι επενδυτές διπλασίαζαν τα χρήματά τους σχεδόν κάθε 10 χρόνια, σύμφωνα με τη UBS.
Εάν κάποιος είχε επενδύσει ένα δολάριο σε αμερικανικές μετοχές το 1926, θα είχε σήμερα 11.000 δολάρια, έναντι 22 δολαρίων που θα είχε εάν το είχε κρατήσει σε μετρητά. Και παρότι η μεταβλητότητα των χρηματιστηρίων είναι συνήθως υψηλή σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, η βεβαιότητα των θετικών αποδόσεων αυξάνεται όσο μεγαλώνει ο επενδυτικός ορίζοντας.
Πηγή: moneyreview.gr